Του Γιώργου Βλαντή:
Διευθυντή του Συμβουλίου των Εκκλησιών της Βαυαρίας
και επιστημονικού συνεργάτη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών
Βόλου
Κάθε εχέφρων άνθρωπος, πιστός ή μη, που έχει διαβάσει τους
«Κατά Ελλήνων» λόγους Αθανασίου του Μεγάλου ή το «Περί της Πολιτείας του Θεού»
του ιερού Αυγουστίνου αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τη χριστιανική συμβολή στην
απομάγευση του κόσμου, για τη θεολογική όσο και ορθολογική διανοητική συντριβή
της παγανιστικής δεισιδαιμονίας, της οποίας την έκταση και ένταση είθισται να
αποσιωπούν οι άκριτοι νοσταλγοί της αρχαιότητας.
Από τον Max Weber έως τον
Marcel Gauchet και πολλούς άλλους ακόμη έχει επισημανθεί η σχετική καταλυτική
συνεισφορά της εκκλησιαστικής θεολογίας.
Δυστυχώς, όμως, σε κάθε εποχή ο πειρασμός της μαγείας ελκύει
τόσο τους απατεώνες, όσο και τους πολλαπλώς αδύναμους και ασθενείς. Η
λειψανομανία των ημερών μας είναι η πιο επικίνδυνη μορφή λειψανομαχίας,
παρομοίως και η προσκύνηση εσωρούχων (το ζήσαμε και αυτό, π.χ. στα Γιαννιτσά) ή
καστάνων. Καθρεφτίζουν μια τιμή που δεν διαβαίνει επί το πρωτότυπον, παρά
ενισχύει τη νοοτροπία του σωτηριολογικού αυτοματισμού, εκτρέφει τη μαγεία,
εξηλιθιώνει συστηματικά το εκκλησίασμα. Για το αληθές του λόγου αρκεί να
ανταλλάξει κανείς πέντε κουβέντες με φανελολάτρες και καστανολόγους την ώρα που
στέκονται στη σειρά προς προσκύνηση.
Αυτά τα φαινόμενα προσπορίζουν κέρδη οικονομικά, αλλά και
εδραιώνουν την εξουσία καθ᾽ όλα προβληματικών ανθρώπων, κλείνοντας τα μάτια των
πιστών στις ενδεχόμενες πομπές και εκκρεμότητές τους. Με την πληθωριστική
υποδοχή λειψάνων και εικόνων (τελευταία δε και αντιγράφων τους κατά σκανδαλώδη
πρακτική) εύκολα εξασφαλίζει ένας κληρικός, και δη υψηλόβαθμος, πιστοποιητικά
ακραιφνούς ορθοπιστίας.
Είναι όμως καιρός στην Ορθοδοξία να αρχίσει μια συζήτηση:
για τις έννοιες της ευλογίας και της χάριτος, οι οποίες, ιδίως στα περιβάλλοντα
των μοναχόπληκτων (οι γνήσιοι μοναχοί δεν είναι μοναχόπληκτοι), κατανοούνται
απολύτως μαγικά• για τη σχέση αγιότητας και αλαθήτου (ήταν ο άγιος Παΐσιος
άσφαλτος;)• για την απόσταση ανάμεσα στη όντως ζωή των γερόντων και τις περί
αυτών αφηγήσεις (ο καθένας μπορεί να γράψει ένα βιβλίο, ή να βράσει ένα κάστανο
και να αποδώσει τις απόψεις και / ή τη μαγειρική του στον Παΐσιο)• για τα
οικονομικά και εκκλησιαστικά κυκλώματα και το ρόλο τους στην προώθηση της τιμής
συγκεκριμένων προσώπων• αλλά και για τις διαδικασίες αγιοποίησης καθ᾽ εαυτές.
Δεν είναι δυνατόν να αποφασίζει για την αγιότητα, π.χ., του π. Ιουστίνου
Πόποβιτς μια σύνοδος που αποτελείται κατ᾽ εξοχήν από τα πνευματικά παιδιά του,
ούτε ενδείκνυται να ανακηρύσσονται με σπουδή κάποια πρόσωπα ως άγιοι, χωρίς να
«κατακαθίσει η σκόνη» του χρόνου και να υπάρξει στοιχειώδης αντικειμενικότητα
στην κρίση. Τα σχετικά παθήματα των Ρωμαιοκαθολικών δεν γίνονται μαθήματα στους
Ορθοδόξους. Κρίμα.
Κατά τα άλλα, ξέρουμε απ᾽ έξω και ανακατωτά ό, τι είπε ο
γέρων Πορφύριος, δεν έχουμε όμως ιδέα για την προσφορά Γρηγορίου του Νύσσης.
Προσκυνάμε τη φανέλα του αγίου Παϊσίου και δεν έχουμε έναν ναό για τον άγιο
Γρηγόριο Νεοκαισαρείας. Παραπέμπουμε στις λιγωτικές κοινοτοπίες τριαντάχρονων
αγιορειτών καλογήρων και αγνοούμε το θεολογικό μεγαλείο ενός Ιγνατίου
Αντιοχείας, ενός Μεγάλου Φωτίου, ή των σπουδαίων Ησυχαστών των υστεροβυζαντινών
χρόνων. Χρυσοστολίζουμε τη Βίβλο και δεν (ή μήπως για να μη;) τη διαβάζουμε.
Δεν πάμε μπροστά έτσι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου