Η εμπειρία δείχνει ότι τα περισσότερα παιδιά δεν έχουν καλή
σχέση με τη λογοτεχνία. Δεν είναι φίλοι των βιβλίων και δεν είναι η πρώτη τους
επιλογή ως μέσο ψυχαγωγίας.
Αν και δε χρειάζονται έρευνες για να αποδείξουν αυτά που
βλέπουμε καθημερινά στα σχολεία, ωστόσο σύμφωνα με έρευνα του παιδαγωγικού
ινστιτούτου, πράγματι το ποσοστό των μαθητών Γυμνασίου που διαβάζουν βιβλία
ανέρχεται στο 25%. Μόνο 1 στους 4 δηλαδή μαθητές διαβάζει εξωσχολικά
βιβλία. Κάτι τέτοιο είναι λυπηρό γιατί
το λογοτεχνικό βιβλίο έχει μεγάλη αξία για το παιδί και δε θα πρέπει να
παραγκωνίζεται.
Στο πολύ καλό βιβλίο της “πώς να διηγούμαστε ένα παραμύθι
και να επινοούμε άλλα 100” η ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Πάολα Σανταγκοστίνο
αναφέρει ότι τα παραμύθια αποτελούν ένα ολοκληρωμένο σεμινάριο εκπαίδευσης για
τη ζωή. Μέσα από όσα συμβαίνουν στους πρωταγωνιστές, τα βιβλία προαναγγέλλουν
τα μελλοντικά στάδια της ζωής με τις δυσκολίες που ενδεχομένως να παρουσιαστούν
και τους τρόπους με τους οποίους θα ξεπεραστούν αυτές οι δυσκολίες.
Ιδωμένο από αυτή την πλευρά και μόνο η αξία τους είναι
τεράστια. Τα βιβλία είναι ο καλύτερος τρόπος να φέρουμε τα παιδιά σε επαφή με
διάφορα θέματα της καθημερινής ζωής και να τα βοηθήσουμε να τα διαχειριστούν.
Άλλωστε η θεματολογία που συναντάμε στη λογοτεχνία είναι τεράστια. Βιβλία που
πραγματεύονται τη φιλία, το διαζύγιο, το θάνατο, τα ναρκωτικά, τη σεξουαλική
παρενόχληση, τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων αποτελούν κάποια παραδείγματα.
Επίσης, τα βιβλία μπορούν να καλλιεργήσουν στα παιδιά οικολογική συνείδηση και προβληματισμούς
και να θέσουν τις βάσεις για τη μελλοντική γενιά συνειδητοποιημένων πολιτών.
Επιπλέον μέσα από τα βιβλία τα παιδιά έρχονται σε επαφή με
τον πολιτισμό της χώρας τους, τη θρησκεία, την ιστορία και μαθαίνουν με τρόπο
ευχάριστο χωρίς να απαιτείται αποστήθιση ή επίπονη και κοπιαστική μελέτη. Πολλά
από τα καλύτερα ελληνικά παιδικά λογοτεχνικά βιβλία για παράδειγμα, έχουν
ιστορικό πλαίσιο.
Ακόμα, το λογοτεχνικό βιβλίο έχει αξία γιατί βοηθάει το
παιδί να μάθει τη γλώσσα του. Εμπλουτίζει το λεξιλόγιό του, οπτικοποιεί την
ορθογραφία των λέξεων, βοηθάει στην έκφραση. Τα περισσότερα παιδιά που οι
γονείς τους τους διαβάζουν βιβλία, εισέρχονται στο δημοτικό σχολείο γνωρίζοντας
ήδη να γράφουν και να διαβάζουν χωρίς αυτό να ήταν αυτοσκοπός από την πλευρά των
γονιών τους. Τέλος, το βιβλίο εξάπτει τη φαντασία των παιδιών και κινητοποιεί
το μυαλό να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες και αναπαραστάσεις κάτι που δε
συμβαίνει με την παρακολούθηση τηλεόρασης για παράδειγμα.
Κι ενώ οι περισσότεροι γονείς θεωρούν σημαντικό τα παιδιά
τους να διαβάζουν βιβλία, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει στην πράξη. Παρακάτω
ακολουθούν κάποιες συμβουλές για το πώς να μυήσετε τα παιδιά στον κόσμο του
βιβλίου.
Η αγάπη για τα βιβλία δεν έρχεται ξαφνικά μια μέρα απλά και
μόνο επειδή εμείς αποφασίσαμε ότι το παιδί μας πρέπει να βλέπει λιγότερη
τηλεόραση και να διαβάζει περισσότερα λογοτεχνικά βιβλία, που όπως λέει και η
δασκάλα θα το βοηθήσουν στο σχολείο. Τα αναμφισβήτητα οφέλη που αποκομίζει το
παιδί από το διάβασμα δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός γιατί κάτι τέτοιο θα
αποτελέσει τροχοπέδη στην προσπάθειά μας να εμφυσήσουμε στα παιδιά την αγάπη
για το διάβασμα. Δε διαβάζουμε βιβλία
για να βελτιωθούμε στην ορθογραφία, ούτε για να γίνουμε καλύτεροι στην έκθεση.
Διαβάζουμε βιβλία πρώτα και κύρια για την ευχαρίστηση της ψυχής μας, χωρίς να
σημαίνει ότι τα έμμεσα οφέλη που προκύπτουν δεν είναι καλοδεχούμενα.
Ξεκινάμε να καλλιεργούμε κουλτούρα αναγνώστη στο παιδί πριν
ακόμα κλείσει το πρώτο έτος της ζωής του. Μέσα από πάνινα βιβλία ή βιβλία με
σκληρό εξώφυλλο, το παιδί μαθαίνει να γυρνάει τις σελίδες, να ανακαλύπτει τι
κρύβεται πίσω από αυτές, παρατηρεί τις εικόνες, διασκεδάζει να ακούει στίχους
με ομοιοκαταληξία. Σιγά σιγά καθώς θα μεγαλώνει θα είναι σε θέση να κατανοεί το
κείμενο, να απολαμβάνει τους διαλόγους, να αποστηθίζει φράσεις και προτάσεις
και να παριστάνει ότι διαβάζει μόνο του, μιμούμενο τους γονείς του. Οι βάσεις
έχουν μπει. Το παιδί ζητάει από τους γονείς του συνεχώς να του διαβάζουν
βιβλία, έχει αγαπημένες ιστορίες, αγαπημένους ήρωες, και αποκτάει κίνητρο να
μάθει να διαβάζει για να μπορεί επιτέλους να διαβάζει μόνο του τις αγαπημένες
του ιστορίες.
Αποτελούμε οι ίδιοι παράδειγμα μίμησης απέναντι στα παιδιά
μας. Δεν είναι πολύ πιθανό το παιδί μας να αγαπήσει το βιβλίο αν δε βλέπει εμάς
να διαβάζουμε στον ελεύθερο χρόνο μας. Επίσης, μία βιβλιοθήκη σε κεντρικό
σημείο του σπιτιού όπου όλα τα μέλη της οικογένειας μπορούν να έχουν πρόσβαση
ανά πάσα στιγμή δείχνει την αξία που δίνουμε εμείς οι ίδιοι στο βιβλίο.
Καθιερώνουμε τη βόλτα στο βιβλιοπωλείο σαν μια μορφή
ψυχαγωγίας και οικογενειακής εξόδου. Υπάρχουν βιβλιοπωλεία όπου διαθέτουν
καρέκλες, τραπέζια, παγκάκια και μπορεί κανείς να καθίσει ήρεμα και να
ξεφυλλίσει τα βιβλία με την ησυχία του. Μπορούμε επίσης να επισκεφτούμε τη
δανειστική βιβλιοθήκη της περιοχής μας. Αφήνουμε τα παιδιά να διαλέξουν μόνα
τους τα βιβλία που θα διαβάσουν ανάμεσα σε μια λίστα από βιβλία κατάλληλα για
την ηλικία τους.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να μη δημιουργήσουμε αρνητική
εικόνα στο παιδί για το βιβλίο πιέζοντας το να διαβάσει συγκεκριμένα βιβλία, σε
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ή να του ζητάμε να μας πει το περιεχόμενο του
βιβλίου, ή ακόμα χειρότερα να γράψει περίληψη.
Tο 1992, ο Γάλλος συγγραφέας Ντανιέλ Πενάκ πρότεινε έναν
δεκάλογο για τα «Δικαιώματα του Αναγνώστη».
Το δικαίωμα να μη διαβάζεις
Το δικαίωμα να προσπερνάς σελίδες
Το δικαίωμα να μην τελειώνεις το βιβλίο
Το δικαίωμα να ξαναδιαβάζεις το βιβλίο
Το δικαίωμα να διαβάζεις οτιδήποτε
Το δικαίωμα να δραπετεύεις από το βιβλίο
Το δικαίωμα να διαβάζεις οπουδήποτε
Το δικαίωμα να ξεφυλλίζεις
Το δικαίωμα να διαβάζεις δυνατά
Το δικαίωμα να μην υπερασπίζεσαι τα αναγνωστικά σου γούστα
Πηγή: Ιωάννα
Φωτοπούλου –
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου