Mια μέρα ο Χότζας τσάκωσε με τις ξόβεργες που είχε βάλει
στο φράχτη του ένα καλοθρεμμένο σπουργίτι και σκεφτόταν πώς θα το μαγειρέψει
για να το φάει.
Όμως το σπουργίτι, τον κοίταξε στα μάτια, του μίλησε με
ανθρώπινη φωνή και του είπε: «Ούτε καν να το σκεφτείς να με φας»! Ο Χότζας τα
‘χασε που ένα σπουργίτι μπορούσε να μιλάει και το είπε. «Δεν είμαι απλό σπουργίτι»,
του είπε τότε εκείνο, «είμαι Δάσκαλος, Χότζας δηλαδή, ανάμεσα στα πουλιά κι αν
με αφήσεις ελεύθερο θα σου δώσω τρεις πολύτιμες συμβουλές».
Ο Χότζας σκέφτηκε ότι δεν συναντά κανείς πουλιά που
μπορούν να μιλάνε κάθε μέρα με ανθρώπινη φωνή και ότι σίγουρα αυτό το σπουργίτι
θα πρέπει να ξέρει πολλά . Το άφησε λοιπόν ελεύθερο.
Του είπε το σπουργίτι: «Πρώτη συμβουλή: Μην πιστεύεις ποτέ τις ανοησίες που σου λέει
οποιοσδήποτε, ακόμη κι αν έχει φήμη, κύρος, δύναμη, πλούτη ή εξουσία. Αν
κάποιος, λοιπόν, σου πει μια ανοησία, σκέψου πρώτα λογικά πριν πράξεις
οτιδήποτε και μην τον πιστέψεις». «Σύμφωνοι», καλή συμβουλή είπε ο Χότζας και
το σπουργίτι συνέχισε:
«Δεύτερη συμβουλή:
Ό,τι κι αν κάνεις, ποτέ μην προσπαθήσεις να κάνεις κάτι αδύνατο για σένα, γιατί
θα αποτύχεις. Να έχεις πάντα επίγνωση μέχρι πού μπορείς να φτάσεις». «Πολύ
ωραία», είπε ο Χότζας, το κατάλαβα κι αυτό, συμφωνώ.
Και το σπουργίτι συνέχισε: «Τρίτη Συμβουλή: Αν κάνεις κάτι που είναι σωστό, μην το μετανιώσεις
ποτέ». – Μπράβο κι αυτό το κατάλαβα, συμφωνώ. Κι έτσι ο Χότζας ήταν χαρούμενος,
επειδή σκεφτόταν ότι αυτές ήταν πράγματι τρεις σοφές συμβουλές και ότι θα
μπορούσε να τις πει στους μαθητές του. Ήταν άνθρωπος που είχε μεγάλη ιδέα για
τον εαυτό του. Αποφάσισε, μάλιστα, να
τις γράψει και στον τοίχο του σπιτιού του για να τις θυμάται πάντα, γιατί η
σοφία πίστευε ότι βρισκόταν στις λέξεις.
Το σπουργίτι τον ρώτησε κάτι τελευταίο. «Χότζα, πιστεύεις
ότι είσαι σοφός άνθρωπος;» Ο Χότζας με καμάρι του είπε: «Σπουργίτι, είμαι
βέβαιος, ότι είμαι ο πιο σοφός διδάσκαλος της επαρχίας, ξέρεις πόσα βιβλία έχω
διαβάσει; Οουυυυ πάρα πολλά!»
Το σπουργίτι τότε πήγε και κάθισε ψηλά στο κλαδί ενός
δέντρου πάνω από τον Χότζα και άρχισε να γελάει κοροϊδευτικά. «Τι συμβαίνει;»
το ρώτησε ο Χότζας.
«Έχω μέσα στο στομάχι μου ένα πολύτιμο διαμάντι. Αν με
είχες σκοτώσει για να με φας, τώρα το διαμάντι θα ήταν δικό σου! Χα, χα, χα…»
Χωρίς να σκεφτεί ο Χότζας θύμωσε και άρχισε να
σκαρφαλώνει στο δέντρο για να το πιάσει. Ήταν όμως πια γέρος και το σπουργίτι
ήταν πολύ γρήγορο: Κάθε φορά που το πλησίαζε εκείνο πέταγε όλο και πιο ψηλά.
Στο τέλος, έφτασαν και οι δύο στην κορυφή του δέντρου, οπότε το σπουργίτι
πέταξε μακριά και ο Χότζας κατάκοπος, δεν μπόρεσε να κρατηθεί γερά στο λεπτό
κλωνάρι, έπεσε κάτω και τσακίστηκε.
Ο Χότζας θύμωσε πολύ και μετάνιωσε που άφησε το σπουργίτι
να του φύγει, έτσι άκομψες βρισιές έφευγαν από τα χείλη του για το σπουργίτι.
Ενώ βογκούσε από τους πόνους στο έδαφος, τον πλησίασε το σπουργίτι και πετώντας
πάνω από το κεφάλι του, του είπε: «Θεωρείς τον εαυτό σου δάσκαλο, κι όμως πριν
περάσει λίγη ώρα από τη στιγμή που στις είπα, δεν ακολούθησες καμία από τις
τρεις συμβουλές μου:
1η: Σου είπα μην πιστεύεις ποτέ τις ανοησίες που σου λέει
οποιοσδήποτε, και εσύ πίστεψες ότι έχω ένα διαμάντι στο στομάχι μου, χωρίς να
σκεφτείς λογικά.
2η: Προσπάθησες να κάνεις κάτι αδύνατο για σένα: γέρος
άνθρωπος να σκαρφαλώσεις στη κορυφή του δέντρου.
3η: Μετάνιωσες που με άφησες ελεύθερο, ενώ είχες κάνει
κάτι σωστό..».
Χότζα, αν και οι άνθρωποι εδώ σε θεωρούν δάσκαλο, πιστεύω
ότι έχεις δρόμο μέχρι να αποκτήσεις σοφία. Αυτό που θα ήθελα προσωπικά να σου
μείνει λοιπόν είναι ότι…
Η σοφία βρίσκεται όχι στις λέξεις αλλά στις πράξεις.
«Ωχχχχ…» βόγκηξε ο Χότζας, καθώς το σοφό σπουργίτι πέταξε
μακριά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου