Ήταν μια φορά ένας στρατιώτης. Αυτός ήταν τόσο γενναίος κι
αντρειωμένος, που τον αγαπούσε κι ο βασιλιάς αλλά κι όλοι οι υποτακτικοί του. Ο
στρατιώτης είχε ένα σκύλο που τον είχε εκπαιδεύσει από κουτάβι κι έκανε ότι του
έλεγε, λες και ήταν άνθρωπος με μυαλό. Γι’ αυτό και τον ανάτρεφε με πολλή
αγάπη.
Μια μέρα, η γυναίκα του στρατιώτη ήθελε να πάει στους γονείς
της. Άφησε, λοιπόν, το μωρό της στον άντρα της, και του είπε να το προσέχει σαν
τα μάτια του. Δε θ’ αργήσω, του είπε, θα γυρίσω γρήγορα. Ύστερα κοίμισε το μωρό
κι έφυγε.
Εκεί, λοιπόν, που καθόταν ο άντρας και πρόσεχε το μωρό,
έρχεται ξαφνικά ένας στρατιώτης του βασιλιά και χτυπάει την πόρτα του σπιτιού.
Ο άντρας βγήκε στην πόρτα να δει ποιος είναι. Ο άλλος του λέει βλέποντας τον:
Σε θέλει ο βασιλιάς. Ο άντρας, μόλις το άκουσε αυτό, φοράει αμέσως τη
στρατιωτική στολή και παίρνει το σπαθί του, έτοιμος να ακολουθήσει το
στρατιώτη.
Ύστερα, φωνάζει το σκυλί και το προστάζει να φυλάει το σπίτι
και το παιδί, και να μην αφήσει κανέναν να πλησιάσει στο σπίτι. Αυτά παράγγειλε
του σκύλου ο στρατιώτης, κι υστέρα έφυγε για το παλάτι.
Όπως καθόταν όμως το σκυλί δίπλα στο παιδί και το φύλαγε που
κοιμόταν, βλέπει ξαφνικά ένα τεράστιο φίδι να κατευθύνεται προς το παιδί με
σκοπό να του πιει το αίμα. Αμέσως ο σκύλος πετάχτηκε πάνω κι άρχισε μάχη με το
φίδι. Το δάγκωνε, το δάγκωνε, ώσπου στο τέλος το σκότωσε.
Τη στιγμή εκείνη, να σου κι έφτασε κι ο στρατιώτης. Το σκυλί
βγήκε χαρούμενο να τον προϋπαντήσει. Αυτός είδε το στόμα του σκύλου μέσα στα
αίματα και νόμισε ότι είχε φάει το παιδί. Αμέσως, έξαλλος απ’ το θυμό του,
τραβάει το σπαθί και σκοτώνει το σκυλί.
Μπαίνοντας όμως στο σπίτι, βλέπει το παιδί να κοιμάται σώο
και αβλαβές και δίπλα στο κεφάλι του ξαπλωμένο το νεκρό φίδι. Κατάλαβε τότε ότι
ο σκύλος σκότωσε το φίδι.
Το μετάνιωσε, βέβαια, πικρά, που θανάτωσε το καλό σκυλί
δίχως λόγο. Όμως η μεταμέλεια κι η λύπη δεν μπορούσαν να το ξαναφέρουν στη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου