Τα διακόσια τελευταία χρόνια το κοτσύφι εγκατέλειψε τα δάση
και έγινε πουλί των πόλεων.
Πρώτα στη Μεγάλη Βρετανία, από τα τέλη του 18ου αιώνα,
μερικές δεκαετίας αργότερα στο Παρίσι και στην κοιλάδα του Ρουρ. Σ’ όλη τη
διάρκεια του 19ου αιώνα κατέκτησε τις πόλεις της Ευρώπης τη μία μετά
την άλλη. Γύρω στο 1900 εγκαταστάθηκε στη Βιέννη και στην Πράγα, έπειτα
προχώρησε ανατολικά, στη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι, την Κωνσταντινούπολη.
Από τη σκοπιά του πλανήτη, αυτή η εισβολή του κοτσυφιού στον
κόσμο των ανθρώπων είναι αναμφισβήτητα πιο σημαντική από την εισβολή των
Ισπανών στη Νότια Αμερική ή την επιστροφή των Εβραίων στην Παλαιστίνη. Η
μεταβολή των σχέσεων ανάμεσα στα διαφορετικά είδη της δημιουργίας (ψάρια,
πουλιά, ανθρώπους, φυτά) είναι μεταβολή ανώτερης τάξης από τις αλλαγές στις
σχέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες ενός είδους. Αν στη Βοημία κατοικούν
Κέλτες ή Σλάβοι, αν τη Βεσσαραβία την κατέκτησαν οι Ρουμάνοι ή οι Ρώσοι, του
είναι παντελώς αδιάφορο του πλανήτη. Όταν όμως το κοτσύφι προδίδει τη φύση για
να ακολουθήσει τον άνθρωπο στον τεχνητό και αντίθετο με τη φύση κόσμο του, κάτι
αλλάζει στην οργάνωση του πλανήτη.
Κι όμως, δεν διανοείται κανείς να ερμηνεύσει τους δυο
τελευταίους αιώνες σαν ιστορία της εισβολής του κοτσυφιού στις πόλεις των
ανθρώπων. Είμαστε όλοι δέσμιοι μιας παγιωμένης αντίληψης για το τι είναι
σημαντικό και τι ασήμαντο, καρφώνουμε έτσι το εναγώνιο βλέμμα μας στο
σημαντικό, ενώ το ασήμαντο οργανώνει με κάθε μυστικότητα, πίσω απ’ την πλάτη
μας, το αντάρτικό του, που θα αλλάξει στο τέλος κρυφά τον κόσμο και θα χιμήξει
πάνω μας στα ξαφνικά.
Μίλαν Κούντερα, Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης μτφ.
Γιάννης Η. Χάρης,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου